Στις αρχές Οκτωβρίου, δύο μήνες από την εφαρμογή του Νόμου για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών, δημοσιεύθηκαν τα πρώτα στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία της ειδικής ηλεκτρονική πλατφόρμας υποβολής αιτήσεων που λειτουργεί στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ).
Οι αριθμοί προβληματίζουν και όχι αδίκως. Συγκεκριμένα, από τις 7.308 επιχειρήσεις που αρχικά εκδήλωσαν ενδιαφέρον και ενεγράφησαν στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού της ΕΓΔΙΧ, μόνο για τις 137 έχει προχωρήσει η διαδικασία για την ανάθεση σε διαμεσολαβητή. Τα κριτήρια έχουν περάσει επιτυχώς 1.269 επιχειρήσεις, έχουν ανεβάσει τουλάχιστον 1 αρχείο 642 από αυτές, και έχουν απορριφθεί συνολικά 1.750 αιτήσεις.
Τα αίτια που οδήγησαν τον επιχειρηματικό κόσμο να αντιδράσει με επιφύλαξη είναι πολλά. Αξίζει να αναφέρουμε ότι μία καινοτομία του νόμου είναι η προσπάθεια, ώστε το μεγαλύτερο μέρος της διαδικασίας να πραγματοποιείται ηλεκτρονικά. Η πρωτόγνωρη διαδικασία για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, σε συνδυασμό με τη μία και μόνη ευκαιρία που δίνεται στον επιχειρηματία να υποβάλει αίτηση για την ένταξη στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών του και η τυχόν απόρριψή του θα σήμαινε και τον αποκλεισμό του από τις πρόνοιες του Νόμου, λειτούργησε ανασταλτικά.
Παρόλα ταύτα, σημασία έχει στο κρίσιμο σημείο, στο οποίο βρίσκεται η χώρα μας, η προσπάθεια για την επανεκκίνηση της οικονομίας να επιτύχει. Για το λόγο αυτό, η σωστή επιλογή κατάλληλου συμβούλου, ο οποίος θα διαθέτει εξειδικευμένη γνώση του νόμου και των προϋποθέσεων αυτού, θα ανιχνεύσει τη θέση της επιχείρησης ως προς τους πιστωτές της και θα δύναται να προτείνει και να εφαρμόζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο η επιχείρηση θα διαπραγματευτεί αντιλαμβανόμενος τις ισορροπίες που θα δημιουργούνται από τους πιστωτές, αποτελεί, αν όχι αναγκαιότητα, τότε συγκριτικό πλεονέκτημα.
Πρέπει να έχει υπόψη του ο επιχειρηματίας ότι πρόκειται για μία πολυμερή, πολύπλευρη και σύνθετη διαπραγμάτευση, με τις δυνάμεις των μερών να μην είναι ισοδύναμες τις περισσότερες φορές, και μία διαδικασία η οποία δεν είναι ιδιαίτερα ευέλικτη και σαφώς δεν είναι οικεία στην πλειονότητα των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τον Ν4469/2017, οι πιστωτές και ο οφειλέτης μπορούν, μέσω μίας αναλυτικά περιγραφόμενης και μέχρι κάποιου σημείου περιορισμένης διαδικασίας διαπραγμάτευσης, να καταλήξουν ελεύθερα στο περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Με πρόνοια στο νόμο για την κατάρτιση συμφωνίας να υπάρχει η συναίνεση της πλειοψηφίας 60% των συμμετεχόντων πιστωτών, η οποία επιβάλλεται στη μειοψηφία, αλλά και με απόλυτη προστασία στους μικρούς πιστωτές, οι οποίοι μπορούν να διεκδικήσουν στο ακέραιο το σύνολο των απαιτήσεών τους, καθιστούν την ανάγκη ουσιαστικής γνώσης της τεχνικής των διαπραγματεύσεων στα πρόσωπα που θα εκπροσωπήσουν τα εμπλεκόμενα μέρη.
Συμπερασματικά, πρόκειται για μία μοναδική ευκαιρία τόσο για την επιχείρηση όσο και για τους πιστωτές της αλλά και για το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία την οποία πρέπει να διαχειριστούμε συνετά και μεθοδικά και να υπαγόμαστε σε αυτήν, έχοντας οργανωθεί κατάλληλα για την άντληση των μέγιστων δυνατών πλεονεκτημάτων.
Αλεξία Κουκκουλλή
ΠΗΓΗ: ΕΒΕΑ